Τι σημασία έχει αν καπνίζατε πολύ ή λίγο. Τα ευρήματα νέας μελέτης σε εκατοντάδες χιλιάδες εθελοντές.
Η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων. Ωστόσο τα χρόνια που θα χρειαστούν για να επιστρέψει ο κίνδυνος στον μέσο όρο, εξαρτώνται από το πόσο πολύ κάπνιζε ένα άτομο πριν κόψει το κάπνισμα, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Οι γιατροί προειδοποιούν εδώ και δεκαετίες ότι το κάπνισμα προκαλεί σοβαρές βλάβες στην καρδιά και τα αγγεία. Έχουν επίσης υπολογίσει ότι το ενεργητικό και το παθητικό κάπνισμα ευθύνονται για το 30% της θνησιμότητας από καρδιαγγειακά αίτια.
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι η διακοπή του καπνίσματος νωρίς στη ζωή (σε ηλικία 40 ετών) μειώνει μακροπρόθεσμα κατά 90% τον πρόσθετο κίνδυνο θανάτου.
Η νέα μελέτη, όμως, υποδηλώνει ότι το όφελος δεν εξαρτάται μόνο από την ηλικία, αλλά είναι και δοσοεξαρτώμενο. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο καπνίζει κάποιος πριν κόψει το κάπνισμα, τόσο περισσότερα χρόνια χρειάζεται έως ότου εξαλειφθεί ο πρόσθετος κίνδυνος.
Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Network Open. Επιστήμονες από τη Νότια Κορέα εξέτασαν στοιχεία από 5,3 εκατομμύρια εθελοντές. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 46 χρόνια. Το 60% ήταν γυναίκες.
Το σχεδόν 16% (πάνω από 850.000) ήταν νυν καπνιστές. Το σχεδόν 2% (περίπου 104.000) ήταν πρώην καπνιστές. Το χρονικό διάστημα που είχε μεσολαβήσει από την διακοπή έως την ένταξή τους στη μελέτη κυμαινόταν από 2 έως 8 χρόνια.
Τα ευρήματα
Οι ερευνητές παρακολούθησαν επί τουλάχιστον μία δεκαετία την πορεία της υγείας τους. Όπως διαπίστωσαν, ο κίνδυνος καρδιαγγειακών προβλημάτων άρχιζε να μειώνεται σύντομα μετά τη διακοπή. Κατά μέσον όρο ήταν μειωμένος κατά 4% την πρώτη πενταετία και 9% από τα 5 έως τα 10 χρόνια.
Η μείωση ήταν πολύ ταχύτερη σε όσους κάπνιζαν λίγο πριν κόψουν το κάπνισμα. Έφτανε το:
9% τα πρώτα πέντε χρόνια
17% στα 5 έως 10 χρόνια
Επιπλέον, μέσα σε 20 χρόνια από τη διακοπή ο κίνδυνος που διέτρεχαν είχε εξισωθεί με εκείνον των εθελοντών που ποτέ δεν είχαν καπνίσει.
Στους εθελοντές, όμως, που είχαν καπνίσει πολύ, ο κίνδυνος μειωνόταν κατά 3% την πρώτη πενταετία και 8% την πρώτη 10ετία. Επιπλέον, χρειάζονταν 25 χρόνια από την μέρα που έκοψαν το κάπνισμα για να εξισωθεί με εκείνον των μη καπνιστών.
Οι καπνιστές που κάπνιζαν λίγο ήταν αυτοί που είχαν συγκεντρώσει λιγότερα από 8 πακετοέτη (pack years – PY) καπνίσματος. Αυτό σημαίνει ότι το κάπνισμα περιοριζόταν σε 8 χρόνια με 1 πακέτο την ημέρα πριν τη διακοπή ή σε μισό πακέτο την ημέρα επί 16 χρόνια πριν τη διακοπή κ.λπ.
Πολύ κάπνιζαν όσοι είχαν ιστορικό καπνίσματος που υπερέβαινε τα 8 πακετοέτη (π.χ. από 9 χρόνια και πάνω με 1 πακέτο την ημέρα).
Φωτογραφία: iStock