Γειτονιές,
συνοικίες, με αρώματα, ιστορίες χαμένες
στο χρόνο και ονόματα που σε άλλους
είναι γνωστά μέχρι σήμερα, ενώ άλλοι
μπορεί να τα διαβάσουν για πρώτη φορά
στο παρακάτω αφιέρωμα.
Από
το κέντρο της Θεσσαλονίκης, τις συνοικίες
της πόλης, αλλά και τις υπόλοιπες περιοχές
του πολεοδομικού συγκροτήματος, το
«ταξίδι» ξεκινάει.
Φραγκομαχαλάς
Πρόκειται
για τη γειτονιά δίπλα στα Άνω Λαδάδικα
η οποία πέρασε στο σήμερα ως «Φράγκων».
Το όνομα της το πήρε εξαιτίας των
ευρωπαίων κατοίκων που συγκεντρώθηκαν
στη γειτονιά τον 19ο αιώνα. Δεσπόζει ο
καθολικός ναός της Αμώμου Συλλήψεως ή
αλλιώς η λεγόμενη Φραγκοκκλησιά.
Τσερέμπουλον
Ο
σημερινός Βαρδάρης ανέκαθεν αποτελούσε
ένα από τα σημαντικότερα σημεία της
Θεσσαλονίκης. Εκεί «συναντάμε» και
το Τσερέμπουλον,
το τεχνητό βυζαντινό λιμάνι, μία ονομασία
που επικρατούσε παλιότερα για την
περιοχή ανάμεσα στα σημερινά Δικαστήρια
και τα Λαδάδικα, αλλά χάθηκε και αυτή
στο πέρασμα των χρόνων.
Μπάρα
Η
«αμαρτωλή» πλευρά της Θεσσαλονίκης. Η
συνοικία Μπάρα όπως
ήταν γνωστή, ήταν στο τετράγωνο που
ορίζεται από τις οδούς Μοναστηρίου,
Λαγκαδά, Αφροδίτης Βάκχου, Οδυσσέως,
Ταντάλου Προμηθέως, που οι Τούρκοι
ονόμαζαν dudulak (δρόμος της ηδονής). Η
ονομασία Μπάρα, σύμφωνα με τον Γιώργο
Ιωάννου, ετυμολογικά αναφέρεται στα
νερά από τον βούρκο που σχηματιζόταν
σε διάφορα σημεία της περιοχής. Κατά
τον Ηλία Πετρόπουλο, Μπάρα ονομάζανε
ένα κοίλωμα με λιμνάζοντα ύδατα, το
οποίο κάποτε σκεπάστηκε, επιχωματώθηκε
και επάνω εκεί άρχισαν να χτίζονται
σπίτια μικρά, ευτελούς κατασκευής. Η
λέξη μπάρα λοιπόν από λέξη περιγραφική
άρχισε να έχει σημασία τοπωνύμιου και
έχασε με τον καιρό την κυριολεκτική της
σημασία. Πέρασε στην ιστορία της
Θεσσαλονίκης για τις θρυλικές της μορφές
και τους οίκους ανοχής της εποχής, για
να αλλάξει μορφή τη δεκαετία του 60′ και
να εξελιχθεί στο σημερινό Βαρδάρη.
Η
Συνοικία των Εξοχών
Ευρωπαϊκή,
με μεγαλοπρεπείς οικοδομές, μεγάλες
λεωφόρους και με μεγάλους κήπους. Έτσι
περιέγραφε το 1914 βυζαντινολόγος Α.
Αδαμαντίου την εικόνα της συνοικίας Χαμηδιέ
ή των Εξοχών όπως
την αποκαλούσαν οι κάτοικοί της. Επρόκειτο
για την πρώτη εκτός των τειχών περιοχή
επέκτασης της Θεσσαλονίκης. Από οικισμός
αναψυχής, μετασχηματίστηκε σε συνοικία
αυτόνομη, μοντέρνα, ακμάζουσα. Χριστιανοί,
Εβραίοι, Μουσουλμάνοι ζουν αρμονικά.
Σήμερα, από την περιοχή εκείνη που
επεκτείνονταν ως το στρατόπεδο Κόδρα
στο Καραμπουρνάκι, έχουν μείνει ελάχιστα,
αλλά χαρακτηριστικά κτήρια που σε
«ταξιδεύουν» στο κλίμα της παλιάς
συνοικίας.
Κυβέλεια
Νοσταλγοί
της παλιάς Θεσσαλονίκης και κάτοικοι
της περιοχής αναφέρονται ακόμη με το
όνομα Κυβέλεια στην
περιοχή πίσω από την οδό Κωνσταντινουπόλεως
κοντά στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο.
Μαγαζιά που υπάρχουν μέχρι σήμερα εκεί
με το συγκεκριμένο όνομα κρατούν
«ζωντανές» τις αναμνήσεις και αποτελούν
έναν συνδετικό κρίκο του τότε με το
σήμερα για τη γειτονιά αυτή.
Ένα
καφενείο, μία πλατεία, πολλές ιστορίες
Στην
οδό Ειρήνης, στην ευρύτερη περιοχή του
Βαρδαρίου, οι παλιοί Θεσσαλονίκης
συνήθιζαν να αναφέρονται στην πλατεία
Καφαντάρη.
Το
όνομα της το πήρε από τον Καφαντάρη που
είχε το ομώνυμο καφενείο επί της Αγ.
Δημητρίου με Αρκαδιουπόλεως και το
οποίο άφησε τη δική του ιστορία στα
χρόνια λειτουργίας του, αφού σε αυτό
σύχναζαν μεγάλες προσωπικότητες του
ελληνικού λαϊκού τραγουδιού όπως ο
Βαμβακάρης ο Τσιτσάνης και ο Μπάτης.
Η
«καρδιά» της Άνω Πόλης
Η
πλατεια Ρομφέη (Κουλέ
Καφέ ή
Κρίσπου) ονομάστηκε έτσι από τον
Μακεδονομάχο καπετάν Ρομφέη που ο
σουλτάνος τον είχε διορίσει επιθεωρητή
της Ρούμελης για να πολεμήσει τον Αλή
Πασά, όταν εκείνος σήκωσε μπαϊράκι. Στις
διηγήσεις των κατοίκων είναι συνδεδεμένη
με το έθιμο της αυγομαχίας, όπου νέοι
χριστιανοί από τις κάτω ενορίες του
κέντρου ανέβαιναν στην ενορία της Μονής
Βλατάδων για να τσουγκρίσουν αυγά το
Πάσχα. Απώτερος σκοπός τους να γνωρίσουν
τα κορίτσια της γειτονιάς που είχαν
φήμη για την ομορφιά και τη νοικοκυροσύνη
τους και παρακολουθούσαν τις αυγομαχίες.
Οι συστάσεις γινόντουσαν με «ραβασάκια».
Το
οθωμανικό «αποτύπωμα»
Για
πολλά χρόνια η ιστορία της Θεσσαλονίκης
συνδέθηκε άρρηκτα με το οθωμανικό
στοιχείο το οποίο άφησε «αποτυπώματα»
στην πολιτισμική ταυτότητα της πόλης,
αλλά και στα ονόματα γειτονιών και
συνοικιών.
Η
συνοικία Κασμιγιέ κοντά
στον Άγιο Δημήτριο, του Ρεζί
Βαρδάρ στην
περιοχή που σήμερα είναι η Ξηροκρήνη
το Μπόντρομ στην
Άνω Πόλη, το Καραβάν
Σαράι στο
σημείο που βρίσκεται το κτήριο του
παλιού δημαρχείου Θεσσαλονίκης και οι
αναφορές στον Χορτατζή
Εφέντη για
το σημείο στο οποίο βρίσκεται η Ροτόντα.
Και
φυσικά, τα χιλιοτραγουδισμένα, Χατζή
Μπαξέ στα
Σφαγεία και Μπαξέ
Τσιφλίκι (σημερινοί
Νέοι Επιβάτες), το Μισίρ
Τσαρσί (Λαδάδικα),
αλλά και η Σουλούτσα στην
Άνω Πόλη, στην οδό Θεοφίλου, μία συνοικία
με βρύσες και τοπικές πηγές επί
τουρκοκρατίας.
Τη
δική του ξεχωριστή ιστορία έχει και
το Ισλαχανέ στην
Άνω Πόλη, πάνω από το τουρκικό προξενείο.
Υπήρξε τοπωνύμιο για τους παλιούς
κατοίκους της περιοχής. Πέραν από την
σύνδεσή του με το κοινωφελές ίδρυμα του
τέλους του 19ου αιώνα, τα κτήρια του που
τα εντός των τειχών δεν υπάρχουν πλέον
και συνδέονται με την επίθεση του
Βουλγαρικού Στρατού να καταλάβει την
Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του 1913. Οχυρωμένοι
σ’ αυτό αλλά και στο Νοσοκομείο της
Ερυθράς Ημισελήνου (νυν Γεννηματά)
προσπάθησαν, αλλά στο τέλος υπερίσχυσαν
οι Έλληνες στρατιώτες που τους πολιόρκησαν.
Μέχρι τη δεκαετία του 70 που κατεδαφίστηκαν
τα κτήρια αυτά μπορούσε κανείς να δει
τις πληγές που είχαν αφήσει οι σφαίρες
της μάχης εκείνης της ημέρας στους
τοίχους των κτηρίων. Όσοι μεγαλώσαν
εκεί πιστεύαν ότι προκλήθηκαν από μάχες
του Εμφυλίου.
Με
«άρωμα» Γαλλίας
Η
παρουσία του κινηματογράφου Ράδιο
Σίτυ επί
των οδών Βασιλίσσης Όλγας και
Παρασκευοπούλου στο Φάληρο, έχει βάλει
όπως είναι φυσικό τη «σφραγίδα» του
στην ονοματοδοσία της γύρω περιοχής
τις τελευταίες δεκαετίες. Παλιότερα,
οι κάτοικοι συνήθιζαν να αποκαλούν το
σημείο και ως «Πατέ»
εξαιτίας φυσικά του παλιού κινηματογράφου
που βρίσκονταν εκεί και οφείλει το όνομα
του στη γνωστή γαλλική εταιρεία παραγωγής
ταινιών.
Γαλλική
«σφραγίδα» με το όνομα «Ελισέ»
έφερε για τους κατοίκους της παλιάς
Θεσσαλονίκης και η περιοχή στη Λεωφόρο
Στρατού, εκεί όπου βρίσκεται τώρα το
Γαλλικό Ινστιτούτο.
Άφησε
το «αποτύπωμα» του
Η
φιλανθρωπική δράση του Μωρίς
Χιρς στη
Θεσσαλονίκη δεν θα μπορούσε να μην
μνημονεύεται μέχρι και σήμερα σε διάφορα
μέρη της πόλης. Η Στοά Χιρς συνδέει δύο
από τους κεντρικότερους δρόμους της
Θεσσαλονίκης (Τσιμισκή – Μητροπόλεως),
ενώ η οδός Βαρώνου Χιρς είναι ένας
πυκνοκατοικημένος δρόμος απέναντι από
το Ιπποκράτειο νοσοκομείο, με την
συγκεκριμένη περιοχή να αποκαλείται
παλιότερα από τους κατοίκους ως «Χιρς».
Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε τον
παλιό συνοικισμό Χιρς Βαρδαρίου
που δημιουργήθηκε από την Ισραηλιτική
Κοινότητα μετά την πυρκαγιά του 1890. Το
όνομα Χιρς δόθηκε προς τιμήν του ζεύγους
Χιρς που προσέφεραν χρήματα για την
κατασκευή ενός πολυιατρείου εντός του
συνοικισμού αλλά και άλλων υποδομών.
Η
Αποθήκη
Εάν
δεν ξέρεις γαλλικά δύσκολα θα καταλάβεις
πως με τη λέξη αποθήκη αναφερόμαστε
στην περιοχή του Ντεπώ (dépôt
στα γαλλικά / αποθήκη). Γνωστή στο σήμερα
για τη Βίλλα Αλλατίνι, το Ποσειδώνιο
Κολυμβητήριο και το Μέγαρο Μουσικής,
πήρε το όνομα της από την παλιά αποθήκη,
δηλαδή το αμαξοστάσιο των Τραμ της
Θεσσαλονίκης.
Συνοικίες
στα πέριξ
Από
τον Κουκλουτζά της
Σμύρνης στα δυτικά της Θεσσαλονίκης
και στο Νέο Κουκλουτζά. Η λέξη σημαίνει
«εύοσμον άνθος» και γι’ αυτό το λόγο
τη δεκαετία του 50′ μετονομάστηκε σε
Εύοσμος. Γειτονικά, ο οικισμός Χαρμάνκιοϊ που
χρονολογείται από την εποχή της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συναντάται
από τις αρχές του 17ου αιώνα. Η ονομασία
σημαίνει στην τουρκική γλώσσα «χωριό
με αλώνια», ομώνυμο του εκτενούς
οθωμανικού τσιφλικιού. Η άφιξη των
προσφύγων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή
οδήγησε στη μετονομασία σε (Νέο) Κορδελιό,
ενώ το 1949 προστέθηκε και το Ελευθέριο, προς
τιμήν του Ελευθερίου Βενιζέλου.
«Αρσακλί»
ή «Ακσακλί»
αποκαλούταν το Πανόραμα όσο κατοικούταν
από μουσουλμάνους, τον 18ο αιώνα. Υπαγόταν
στο «ναχιγιέ» της Καλαμαριάς, μέχρι που
το 1914, μικρασιάτες πρόσφυγες ίδρυσαν
νέο χωριό, ενώ η νέα του ονομασία δόθηκε
μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Καπουτζήδα, Καμπιτζίδα ή
και Καπουτζιλάρ,
στα ελληνικά «καστροφύλακες», η παλιά
ονομασία της Πυλαίας. Ακόμη και με την
τωρινή ονομασία, θυμίζει στη Θεσσαλονίκη
ότι φυλάει τις πύλες της πόλης. Αναφορές
προσθέτουν και σαν μεταβατικό όνομα το
«Στρέψα».
Λεμπέτ η
σημερινή Σταυρούπολη. Πήρε το όνομα της
από το τζαμί του Λεμπέτ που χτίστηκε το
1903 στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά από
τον βαλή της Θεσσαλονίκης, Χασάν Φεχμί
πασά προς τιμή της συζύγου του. Τα
εγκαίνια των πρώτων σπιτιών που
κατασκεύασε στην περιοχή η Πρόνοια σε
συνδυασμό με την ύψωση του Τιμίου
Σταυρού, οδήγησαν τον τότε υπουργό
Επικοισμού να μετονομάσει το 1934 τον
οικισμό σε Σταυρούπολη. Μέχρι τη δεκαετία
του 80′ η γειτονιά της Σταυρούπολης γύρω
από το Ψυχιατρείο λεγόταν Λεμπέτι.
Ο
Σπύρος Λαζαρίδης εκφράζει τις διαφωνίες
του σχετικά με την περίπτωση και δίνει
τη δική του οπτική γωνία. Συγκεκριμένα
αναφέρει σε άρθρο του στην Parallaxi. «Το
νεότευκτο στη δεκαετία του 1950 εργοστάσιο
«ΑΓΝΟ» στο βάθος της φωτογραφίας
προσδιορίζει με ακόμα μεγαλύτερη
σαφήνεια το τοπίο. Θαλάματα λέγανε οι
πρόσφυγες τα σπίτια που τους υποδέχτηκαν
στις δύο προσφυγιές τους. Η πρώτη το
1914 και η δεύτερη το 1922. Ο οικισμός τους
από την πρώτη στιγμή ονομάστηκε «Λεμπέτ».
Δύο είναι οι παρανοήσεις σχετικά με
αυτόν τον οικισμό και το όνομά του. Η
πρώτη είναι πως οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν
στους σταύλους των γαλλικών στρατευμάτων
του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η δεύτερη
πως εξ αιτίας του γαλλικού les bêtes (τα
κτήνη) πήρε την ονομασία του ο οικισμός.
Η αλήθεια είναι πως οι πρόσφυγες ήρθαν
το 1914 πριν τους Γάλλους που ήρθαν το
1915 όταν ο οικισμός Λεμπέτ είχε ήδη
κατασκευαστεί. Και ακόμη χειρότερα για
όσους συνεχίζουν να αναπαράγουν αυτό
το λάθος, ακόμη βορειότερα, στη σημερινή
Νέα Ευκαρπία υπήρχε και είναι καταγεγραμμένο
από το 1696 το τσιφλίκι Λεμπέτ. Για το
μυστήριο αυτό όνομα και την μετοικεσία
του από την Ευκαρπία μέχρι τη Σταυρούπολη
και την τελική του ταύτιση με το δημόσιο
Ψυχιατρικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης
μπορεί κανείς να βρει αρκετές πληροφορίες
σε βιβλία μου (1) Λεμπέτ, έκδοση της Άλλης
Πλευράς, 1993. 2) Η μοναξιά του Ζέιτενλικ,
εκδ. Ζήτρος, 2012. 3) Εκείθεν της Αγίας
Παρασκευής, εκδ. University Studio Press, 2015)».
Δαούτ
Μπαλή και Ακ
Μπουνάρ ή
αλλιώς Παλαιόκαστρο και Ασπρόβρυση.
Οικισμοί που βρίσκονταν κοντά στην
περιοχή Κρυονέρι Χαλκιδικής και στην
οποία εγκαταστάθηκαν Πόντιοι που δεν
μπορούσαν να αποφασίσουν το όνομα της
νέας πόλης, αφού ήθελαν να «μεταφέρουν»
τα ονόματα των χωριών που ζούσαν στον
Πόντο. Τελικά, το ωραίο κάστρο που
βρίσκονταν ανάμεσα στα χωριά που άφησαν
πίσω τους, έδωσε τη «λύση» για να
«γεννηθεί» το σημερινό Ωραιόκαστρο.
Η
ονομασία Καλαμαριά πρωτοεμφανίστηκε
το 1083 και αναφερόταν σε όλη την περιοχή
νοτιοανατολικά της Θεσσαλονίκης και
όχι μόνο στην περιοχή του σημερινού
δήμου. Προέρχεται από τη φράση Σκάλας
μεριά,
όπου Σκάλα εννοείται η αποβάθρα τού
στόλου που αποτελούσε έδρα του βυζαντινού
Θέματος της Καλαμαριάς. Ο όρος δεν
σχετιζόταν με τη σημερινή περιοχή καθώς
η πραγματική γεωγραφική περιοχή της
Καλαμαριάς εκτείνονταν από τα σημερινά
Νέα Μουδανιά έως τη Θέρμη. Αργότερα, οι
πρόσφυγες δημιούργησαν συνοικισμούς
που τους έδωσαν ονόματα από τις πατρίδες
τους: Νέα Κρήνη (από την Κρήνη (ή Τσεσμέ)
της Ερυθραίας Μικράς Ασίας), Κατιρλί (από
το Κατιρλί Βιθυνίας της Μικράς Ασίας)
κ.ά.
Μία
από τις λίγες περιπτώσεις που ένα παλιό
όνομα περιοχής έχει καταφέρει να
«επιζήσει» στο σήμερα είναι το Ρετζίκι.
Σήμερα η περιοχή ονομάζεται Πεύκα, αλλά
η παλιά της ονομασία χρησιμοποιείται
ευρέως. Προέρχεται από το τουρκικό
τοπωνύμιο Urendjick, που σημαίνει «Μικρός
Παράδεισος». Η κατάληξη –djick είναι
τούρκικη και μπαίνει στα υποκοριστικά
δείχνοντας το μικρό μέγεθος. Η γαλλική
παράφραση της ίδιας λέξης είναι
Eurumedjeeck. Ανατρέχοντας στους παλιούς
χάρτες της Θεσσαλονίκης και στους
περιηγητές του 19ου και 20ου αιώνα
εντοπίζονται πολλές εκδοχές του ιδίου
ονόματος, ανάλογα πώς αντιλαμβανόταν
ο κάθε χαρτογράφος ή συγγραφέας το
περίεργο αυτό όνομα. Έτσι μερικές από
τις πολλές ονομασίες που βρίσκουμε
είναι Ουρουμδζίκ το 1839 (Αντριάνο Βάλβι),
Erunjuk το 1854, Ρουντσούκιο και Ουροντσούκιο
το 1880 (Μιχαήλ Χατζή Ιωάννου), Orentzik το
1903, Ρουντζίκιο το 1905, Ουραντζίκ το 1913,
Orendzik το 1914, Urendjick το 1924 και 1929, Ρετζίκι
και Τζέκη το 1927, Ρενδζίκ και Ρετζίνα το
1928, Retsina (Retsiki) το 1940, Ρετζίκιον το 1955.
Εντύπωση προκαλεί η ονομασία Τζέκη του
1927 που αποδίδεται στον δραστήριο έμπορο
της Θεσσαλονίκης Τζέκη Άμποτ που
στιγμάτισε την ιστορία του Ρετζικίου
και για τον οποίο θα ασχοληθούμε παρακάτω.
Κάτι
ανάλογο συμβαίνει και με την περίπτωση
του Σέδες,
τωρινής Θέρμης. Πρόκειται για το όνομα
της περιοχής κατά τους παλαιοχριστιανικούς
και βυζαντινούς χρόνους. Χαρακτηρίζονταν
ως ένα από τα πλούσια μέρη της τότε
εποχής, αφού εκεί εγκαταστάθηκαν τα
μετόχια των αυτοκρατορικών μονών. Οι
Οθωμανοί έδωσαν το όνομα «τσιφλίκι
Σέδες». Το νέο όνομα που δόθηκε μετά την
απελευθέρωση της οφείλεται σε αρχαία
πόλη που είχε αναπτυχθεί στην αρχαιότητα
και σύμφωνα με τον Ηρόδοτο αποτέλεσε
και το έναυσμα για την ονοματοδοσία του
Θερμαϊκού Κόλπου. Η Αεροπορική Βάση
Σέδες στην περιοχή έχει κρατήσει
«ζωντανό» το τοπωνύμιο στο πέρασμα των
χρόνων.
Καράισιν,
λεγόταν η περιοχή που μέχρι το 1913
κατοικούνταν από οικογένειες βλάχων
κτηνοτρόφων και μετά τη μεγάλη πυρκαγιά
του 1917 χρησιμοποιήθηκε από το υπουργείο
Πρόνοιας για να χτιστεί καταυλισμός
που θα φιλοξενούσε τους πυροπαθείς
Εβραίους. Δύο χρόνια μετά άρχισε η άφιξη
προσφύγων από την Ανατολική Θράκη. Τα
επόμενα χρόνια ο οικισμός μετονομάστηκε
σε Πολίχνη (μικρή πόλη).
Ξεχωριστή
είναι και η ιστορία της περιοχής «Ζέιτενλικ» στη
δυτική Θεσσαλονίκη. Η σημασία της
παραπέμπει στις αιωνόβιες ελιές που
υπήρχαν στον τόπο. Στο πέρασμα των χρόνων
το συγκεκριμένο σημείο έχει συνδυαστεί
με την παρουσία των Συμμαχικών
νεκροταφείων της Θεσσαλονίκης.
Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον παρουσιάζει και η παλιά
ονομασία του Καλοχωρίου, το οποίο το
έλεγαν Κασκάρκα και
οφείλεται στις πολλές χήνες που διαβιούσαν
στη βαλτώδη περιοχή του συμπλέγματος
δέλτα των ποταμών Γαλλικού και Αξιού,
που σήμερα αποτελεί το προστατευόμενο
Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού.
Η
Λητή χτίστηκε πάνω στα ερείπια της
ομώνυμης πόλης της αρχαιότητας και
βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του νομού
Θεσσαλονίκης, 14 χλμ. ΒΑ της πόλης της
Θεσσαλονίκης. Η άποψη, ότι η αρχαία πόλη
θα πρέπει να ήταν ΒΑ της Θεσσαλονίκης
ενισχύεται και από τη λεγόμενη Ληταία
πύλη του
δυτικού σκέλους των τειχών της
Θεσσαλονίκης, στο σημείο όπου περνά
σήμερα η οδός Αγίου Δημητρίου. Κατά την
παρουσία των Τούρκων απέκτησε και την
ονομασία Αϊβάζ. Ο
χώρος στον οποίο εκτείνεται σήμερα ο
Δρυμός μετά τη λήξη των Βαλκανικών
Πολέμων εντάχθηκε στο Ελληνικό Κράτος
και το 1918 με το ΦΕΚ 152Α – 09/07/1918 ορίζεται
έδρα της νοεσυσταθήσας κοινότητας με
το όνομα Δρυμίγκλαβα. Τέλος,
το Μελισσοχώρι που αποτέλεσε έδρα
του Ελληνικού γενικού στρατηγείου κατά
τη μάχη του Κιλκίς, παλιότερα ήταν γνωστό
ως Μπάλτζα.
Επειδή
σε τέτοια θέματα πάντα μπορεί να υπάρχουν
περισσότερες πληροφορίες, άγνωστες
πτυχές, αλλά και ενστάσεις, με χαρά θα
τις περιμένουμε στη
σελίδα μας στο Facebook.
Πηγή:https://parallaximag.gr