Το "Brussels Effect" περιγράφει την παγκόσμια επιρροή των κανονισμών της ΕΕ που σχετίζονται κυρίως με την ψηφιακή διακυβέρνηση - όπως ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (GDPR), ο Κανονισμός για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA - Digital Services Act) και τις Ψηφιακές Αγορές (DMA - Digital Markets Act), καθώς και πιο πρόσφατα ο Κανονισμός για την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ Act) - όπου παρά την αυστηρότητά τους, το μέγεθος της ευρωπαϊκής αγοράς ελκύει τις πολυεθνικές εταιρείες να συμμορφώνονται με αυτά τα πρότυπα.
Προς αποφυγή αύξησης του κόστους συμμόρφωσης, οι περισσότερες εξ ’αυτών τείνουν να εφαρμόζουν αυτά τα πρότυπα σε παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι, τα ευρωπαϊκά κανονιστικά πλαίσια ουσιαστικά «εξάγονται», επηρεάζοντας τη λειτουργία των αγορών και πέρα από τα σύνορα της ΕΕ. Ωστόσο, μια δεύτερη προεδρία του Donald J. Trump, με έμφαση στην απορρύθμιση και την συναλλακτική διπλωματία, σε συνδυασμό τους στενότερους δεσμούς μεταξύ της Silicon Valley και της Washington, απειλεί να διαβρώσει αυτή την ευρωπαϊκή επιρροή.
Ενοποιημένη αντίθεση στη διακυβέρνηση της ΕΕ
Η ευθυγράμμιση της κυβέρνησης Trump με τους τιτάνες της τεχνολογίας, όπως ο Elon Musk και ο Mark Zuckerberg, ενδεχομένως σηματοδοτεί την αρχή μιας ενοποιημένης πλέον εναντίωσης στους ευρωπαϊκούς Κανονισμούς. Ο Musk, στενός σύμμαχος του Trump, έχει χρησιμοποιήσει την πλατφόρμα του για να αμφισβητήσει ευθέως κανονισμούς της ΕΕ, όπως ο Κανονισμός για τις ψηφιακές υπηρεσίες (Digital Services Act - DSA), ο οποίος αποσκοπεί στο να καταστήσει τις ψηφιακές πλατφόρμες υπεύθυνες για επιβλαβές περιεχόμενο. Ήδη διεξάγονται έρευνες κατά της X για παραβάσεις που σχετίζονται με τον έλεγχο του περιεχομένου που υπάρχει στην πλατφόρμα και τη διαφάνεια των μεθόδων διαφήμισης.
Ομοίως, ο Zuckerberg έχει επικρίνει ανοιχτά τα αντιμονοπωλιακά μέτρα της ΕΕ, παρομοιάζοντάς τα με δασμούς. Πρόσφατα, η Meta ανέστρεψε τη στάση της στον έλεγχο περιεχομένου, υιοθετώντας μεθόδους όμοιες με αυτές που εφαρμόζει η X, εντείνοντας έτσι την προκλητική της στάση απέναντι στις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές και νομοθετήματα.
Επιπλέον, ο Zuckerberg έχει επικρίνει ανοιχτά την ΕΕ για την προστίμων ύψους 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας σε διάστημα δύο δεκαετιών και υποστηρίζει ότι ο Trump πρέπει να περιορίσει την εξουσία επιβολής των ευρωπαϊκών Κανονισμών Βρυξελλών. Οι ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ επανεξετάζουν επί του παρόντος τις έρευνές τους σε βάρος της Apple, της Meta και της Google στο πλαίσιο του Κανονισμού για τις ψηφιακές αγορές (DMA) και του Κανονισμού για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA).
Ενώ ορισμένες υποθέσεις, όπως η φερόμενη ευνοιοκρατία του app store της Google και η χρήση δεδομένων από τη Meta για διαφημίσεις, έχουν προχωρήσει, αποφάσεις και τυχόν πρόστιμα έχουν ανασταλεί λόγω της πολυπλοκότητας των ερευνών.
Υπό την προεδρεία Trump, οι ΗΠΑ ενδέχεται να ασκήσουν ενεργό λόμπι κατά των ανωτέρω Κανονισμών, αξιοποιώντας διπλωματικά και οικονομικά εργαλεία για να πιέσουν τις Βρυξέλλες.
Συναλλακτική Διπλωματία και Τεχνολογία
Η συναλλακτική προσέγγιση του Trump στη διπλωματία θα μπορούσε να θέσει ως όπλο τις αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας και τις εμπορικές εξαρτήσεις. Η εκπεφρασμένη πρόθεση του εκλεγμένου αντιπροέδρου JD Vance να επανεξετάσει τη στήριξη των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ εάν η Ευρώπη επιβάλει ρυθμίσεις και πρόστιμα στις εταιρείες του Musk, υποδεικνύει πώς τέτοιες τακτικές θα μπορούσαν να εξαναγκάσουν την Ευρώπη να αμβλύνει τη ρυθμιστική της στάση, ειδικά όταν αυτή θεωρείται αντίθετη με την θεμελιώδης αρχή της αμερικανικής δημοκρατίας, την ελευθερία του λόγου.
Η προσέγγιση αυτή απειλεί να εκτροχιάσει τις φιλοδοξίες της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία στη διακυβέρνηση της τεχνολογίας. Ενώ το Brussels Effect βασίζεται στην ικανότητα της ΕΕ να επιβάλλει τη συμμόρφωση σε διασυνοριακό επίπεδο, μια συναλλακτική διπλωματία των ΗΠΑ που θα επιφέρει αντίποινα στην ΕΕ θα μπορούσε να δημιουργήσει δίοδο για τις εταιρείες να παρακάμπτουν τα ευρωπαϊκά πρότυπα συμμόρφωσης.
Το αμερικανικό μοντέλο διακυβέρνησης της τεχνολογίας, το οποίο δίνει έμφαση στην καινοτομία και την ελάχιστη δυνατή εποπτεία, θα μπορούσε να προσελκύσει εταιρείες που επιδιώκουν να αποφύγουν το κόστος συμμόρφωσης που συνδέεται με τους κανονισμούς της ΕΕ. Αυτό θα προωθήσει ένα οικοσύστημα όπου το αμερικάνικο μοντέλο διακυβέρνησης της τεχνολογίας θα κυριαρχήσει στις παγκόσμιες αγορές.
Ο αγώνας κυριαρχίας στην Τεχνητή νοημοσύνη
Οι πολιτικές "America First" του Trump θα δώσουν, μεταξύ άλλων, προτεραιότητα στις εξαγωγές αμερικανικών τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης και άλλων τεχνολογιών, μειώνοντας την ευρωπαϊκή επιρροή στον καθορισμό παγκόσμιων προτύπων. Οι ΗΠΑ, ως παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία της Τεχνητής Νοημοσύνης, πρωτοστατούν μέσω τεχνολογικών κολοσσών όπως η Google, η Meta και η Microsoft, οδηγώντας τις εξελίξεις στα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLMs), τη γενική τεχνητή νοημοσύνη και το cloud computing.
Υπό τη διοίκηση Trump, οι εταιρείες αυτές θα μπορούσαν να επωφεληθούν σημαντικά από την αποδέσμευση από ευρωπαϊκά πρότυπα συμμόρφωσης και τις υποστηριζόμενες παράλληλα με κυβερνητικά υποστηριζόμενες προσπάθειες για την επέκταση του παγκόσμιου μεριδίου αγοράς τους. Οι πρακτικές αυτές θα εξυπηρετούν μια ευρύτερη ατζέντα για την εδραίωση της αμερικανικής τεχνολογικής κυριαρχίας.
Αυτή δε δεν θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένη, καθώς η άνοδος της Κίνας στον τομέα της Τεχνολογίας και δη της Τεχνητής Νοημοσύνης, σε συνδυασμό με την ταχεία ανάπτυξη της στην παραγωγή ημιαγωγών (semiconductors), απειλεί να ανατρέψει τις ισορροπίες. Με την κρατικά καθοδηγούμενη προσέγγισή της, η Κίνα επενδύει στρατηγικά σε τεχνολογίες αιχμής, ενισχύοντας την Τεχνητή Νοημοσύνη μέσω δημόσιας χρηματοδότησης και αυστηρών ρυθμίσεων για να διασφαλίσει τον έλεγχο και την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο. Η σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ υπό την ηγεσία Trump, της κρατικά ελεγχόμενης τεχνολογικής ανόδου της Κίνας και της ευρωπαϊκής ρυθμιστικής φιλοδοξίας απειλεί να κατακερματίσει την παγκόσμια τεχνολογική τάξη, θέτοντας υπό αμφισβήτηση το μέλλον του "Brussels Effect."
Τελευταίες σκέψεις
Υπό την προεδρία Trump 2.0, το Brussels Effect αντιμετωπίζει υπαρξιακές προκλήσεις. Η απορρύθμιση, η συναλλακτική διπλωματία και ο βιομηχανικός εθνικισμός απειλούν την ικανότητα της ΕΕ να διατηρήσει την παγκόσμια ρυθμιστική ηγεσία στην τεχνολογία.
Για να διατηρήσει η ΕΕ τη ρυθμιστική της επιρροή, πρέπει να δώσει προτεραιότητα στη στρατηγική αυτονομία, να ενισχύσει τους μηχανισμούς επιβολής και να εξετάσει το ενδεχόμενο αποσύνδεσης από τις τεχνολογικές εξαρτήσεις των ΗΠΑ.
Επιπλέον, η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί στην προώθηση και την επένδυση στο δικό της τεχνολογικό οικοσύστημα, προωθώντας την καινοτομία στην τεχνητή νοημοσύνη, τo cloud computing και τις ψηφιακές υποδομές για να μειώσει την εξάρτηση από την ξένη τεχνολογία και να ενισχύσει τη θέση της ως παγκόσμια ρυθμιστική αλλά και τεχνολογική δύναμης. Το κατά πόσον η ΕΕ μπορεί να προσαρμοστεί σε αυτό το μεταβαλλόμενο τοπίο θα καθορίσει το μέλλον ενός ήδη πολωμένου παγκόσμιου τεχνολογικού περιβάλλοντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου